Τι συμβαίνει στη Γαλλία ; οι πολιτικές εξελίξεις στην Αριστερά και τα σενάρια για το μέλλον

France Info, © MaxPPP/

Ο πρόσφατος μίνι-ανασχηματισμός είναι το επιστέγασμα μιας λανθάνουσας πολιτικής κρίσης που υποβόσκει εδώ και αρκετούς μήνες στη Γαλλία. Όπως σημειώνει ο καλά πληροφορημένος Christian Salmon, η όλη κυβερνητική κρίση που κατέληξε στον ανασχηματισμό ήταν μια μακιαβελική πολιτική μανούβρα του πρωθυπουργού Βαλς ούτως ώστε να εξουδετερώσει τους (πρώην) συμμάχους του παραιτηθέντες υπουργούς Οικονομίας και Παιδείας, υποχρεώνοντας ταυτόχρονα τον Ολάντ να στηρίξει τη δική του γραμμή.

Όπως και να έγιναν όμως τα πράγματα το αποτέλεσμα είναι ότι η νέα κυβέρνηση υπό τον Βαλς, εκπρόσωπο της δεξιότερης πτέρυγας του Σοσιαλιστικού Κόμματος, είναι απαλλαγμένη από τους τελευταίους αντιρρησίες, προσηλωμένη στη νεοφιλελεύθερη δόξα, στηριζόμενη πολιτικά σε συντηρητικούς συμμάχους όπως οι εργοδοτικές οργανώσεις και απόλυτα μειοψηφική στην κοινωνία.

Ο βασικός στόχος του Βαλς είναι είναι να καταλάβει τον ζωτικό χώρο της παραδοσιακής δεξιάς, όσο αυτή ειναι ακόμα μπλεγμένη στα σκάνδαλα της εποχής του Σαρκοζύ, εκκαθαρίζοντας ταυτόχρονα πρώτα την κυβέρνηση και μετά το Σοσιαλιστικό κόμμα από τα πιο προοδευτικά μέλη τους.

Για παράδειγμα ο νέος υπουργός οικονομίας Emmanuel Macron που αντικατέστησε τον παραιτηθέντα Arnaud Montebourg, δεν είναι βουλευτής, ούτε μέλος του Σοσιαλιστικού κόμματος αλλά έκανε καρίερα στην τράπεζα Rothschild πριν γίνει στενός συνεργάτης του Ολάντ. Σύμφωνα με τον πολιτολόγο Philippe Marlière οι απόψεις που έχει εκφράσει από την ανάληψη των καθηκόντων του τοποθετούνται δεξιότερα αυτών του Τόνι Μπλερ.

Δεν εκπλήσσουν βέβαια οι – τηρουμένων των αναλογιών – πολλές ομοιότητες που έχει η πορεία των Γάλλων σοσιαλιστών στην εξουσία με αυτή του ΠΑΣΟΚ. Έχοντας παρακολουθήσει από κοντά την πορεία του δεύτερου, νιώθω σαν να βλέπω το έργο σε επανάληψη. Το ίδιο συναίσθημα έχει κι η δημοσιογράφος Amélie Poinssot, πρώην ανταποκρίτρια στην Αθήνα για γαλλικά ΜΜΕ.

Ο Γάλλος ασθενής

Πράγματι, η Γαλλία έχει εξελιχθεί στο νέο ασθενή της Ευρώπης: σταθερά υψηλή ανεργία· μηδενική ανάπτυξη· αποβιομηχανοποίηση· άνοδος της ξενοφοβικής δεξιάς· μείωση της αγοραστικής δύναμης μεγάλου τμήματος των εργαζόμενων· κατάρρευση της εμπιστοσύνης στο πολιτικό και μηντιακό σύστημα· κλονισμός της φιλοευρωπαϊκής ταυτότητας της δεύτερης μεγαλύτερης χώρας της ΕΕ.

Η αργή αλλά σταθερή αυτή πορεία ξεκίνησε από τις αρχές τις δεκαετίας του 2000 λόγω της αδυναμίας του γαλλικού συστήματος εξουσίας να υιοθετήσει πλήρως την νεοφιλελεύθερη ατζέντα – όπως η Βρετανία του Μπλερ και η Γερμανία του Σρέντερ – ή, αντίθετα, να προτάξει μια εναλλακτική πολιτική.

Το αποτέλεσμα αυτής της αμφιθυμίας, που συνεχίστηκε ακόμη κι από ακραιφνείς δεξιούς όπως ο Σαρκοζύ, ήταν η σταδιακή ηγεμόνευση ενός ιδιότυπου ιδεολογικού και οικονομικού κράματος: νεοφιλελευθερισμός (χρηματικοποίηση της οικονομίας, ελαστικοποίηση της εργασίας, άκρατος πλουτισμός του κεφαλαίου, δαιμονοποίηση του κράτους) με στοιχεία νοτιοευρωπαϊκής ολιγαρχικής μπανανίας (κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες, διαπλοκή οικονομικής, πολιτικής και μηντιακής εξουσίας, νεποτισμός, έλλειψη αξιοκρατίας, συντεχνιακή προσκόλληση στο παρελθόν) φέροντας όμως ακόμα ως ιστορική κληρονομιά έναν προοδευτικό και ριζοσπαστικό πολιτικό φαντασιακό και την αδιάψευστη θέληση της πλειοψηφίας για λειτουργικό κοινωνικό κράτος και υπεράσπιση δημόσιων υπηρεσιών και αγαθών.

Η ιδιόμορφη αυτή ισορροπία κλονίστηκε ανεπανόρθωτα από την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών κι από την ολοκληρωτική πολιτική κυριαρχία του γερμανικού συντηρητισμού στην Ευρώπη που ακολούθησε. Η αναμενόμενη αποτυχία ή καλύτερα η έλλειψη θέλησης και ικανότητας του Ολάντ για να αρθρώσει μια αντίρροπη πρόταση απλά επιβεβαίωσε την οικονομική καθίζηση και τον πολιτικό μαρασμό της Γαλλίας.

Πως ο Ολάντ έγινε Ολαντρέου

Σε μια επίσκεψη του στο Παρίσι τον Μάιο του 2012, λίγο πριν τις προεδρικές εκλογές, ο Αλέξης Τσίπρας είχε προειδοποιήσει για τον κίνδυνο ο Ολάντ να καταστεί Ολαντρέου. Τότε πολλοί στηλίτευσαν την “αναίδεια” του Τσίπρα. Σήμερα όμως φαίνεται ότι η πρόβλεψη του επαληθεύεται.

Ο Ολάντ ήρθε στην εξουσία το 2012 συνοδευόμενος από τις ελπίδες του Λαού της Αριστεράς (peuple de Gauche) για αλλαγή μετά από τα πέντε βασανιστικά χρόνια Σαρκοζύ. Το πρόγραμμα στη βάση του οποίου εξελέγη από το 52% των Γάλλων είχε προοδευτικούς στόχους: έλεγχος του χρηματοπιστωτικού συστήματος, δικαιότερο φορολογικό σύστημα, ώθηση σε παιδεία και έρευνα, μείωση της ανεργίας και ανάπτυξη. Φυσικά τίποτα από όλα αυτά δεν έγινε.

Πολύ γρήγορα ο νεοεκλεγείς πρόεδρος επικαλούμενος εξωτερικούς παράγοντες (οι αγορές, οι δανειστές, η ΕΕ, η Γερμανία κλπ.), όπως ο ΓΑΠ, παραιτήθηκε κάθε προσπάθειας για επιβολή μιας εναλλακτικής φιλολαϊκής πολιτικής. Αντίθετα εφάρμοσε δόγμα λιτότητας και απορρυθμίσεων με αυξανόμενη ένταση, πασπαλισμένο με τρανταχτές υποθέσεις διαφθοράς και ροζ σκανδαλάκια.

Η συνέχεια φαίνεται αρκετά οικεία για εμάς τους Έλληνες: η συνταγή όχι μόνο δεν πετυχαίνει αλλά βαθαίνει την οικονομική κρίση και τις κοινωνικές της συνέπειες. Οι μόνες κερδισμένες από αυτή είναι η ξενοφοβική “αντισυστημική” ακροδεξιά και η ντόπια επιχειρηματική και χρηματιστική ελίτ.

Πλέον ο Ολάντ έχει ξεπεράσει σε χαμηλό δημοτικότητας ακόμα και τον Σαρκοζύ. Μόνο 19% των Γάλλων του δείχνουν εμπιστοσύνη σε μια χώρα όπου ο Πρόεδρος της δημοκρατίας αποτελεί, υποτίθεται, πλατιά αποδεκτή προσωπικότητα. Όλο και περισσότεροι “σύντροφοι σοσιαλιστές” του Ολάντ εγκαταλείπουν το κυβερνητικό σκάφος, άλλοι πραγματικά απογοητευμένοι, άλλοι από ένστικτο πολιτικής αυτοσυντήρησης.

Η ανέτοιμη Αριστερά

Από την άποψη της Αριστεράς το πρόβλημα είναι ότι στη Γαλλία αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει αριστερόστροφος πολιτικός σχηματισμός με το ειδικό βάρος ώστε να γίνει το δοχείο της κοινωνικής δυσαρέσκειας και της λαϊκής ριζοσπαστικοποίησης. Με άλλα λόγια δεν υπάρχει γαλλικός ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό που υπάρχει σήμερα στα αριστερά της κυβέρνησης είναι ένα πολυδιασπασμένο και εσωστρεφές νεφέλωμα από μικρούς πολιτικούς σχηματισμούς και διάσπαρτες προσωπικότητες.

Οι αντιπολιτευόμενοι εκ των έσω Σοσιαλιστές βουλευτές είναι γύρω στους 50 ενώ η κοινοβουλευτική ομάδα του Σοσιαλιστικού κόμματος αριθμεί 295 (σε σύνολο 577 βουλευτών). Σε αυτούς ίσως προστεθούν οι τρεις παραιτηθέντες υπουργοί Οικονομικών, Παιδείας και Πολιτισμού.

Όλοι αυτοί δεν έχουν κοινή γραμμή ακολουθώντας ως επί το πλείστον προσωπικές στρατηγικές. Πάντως στο συνέδριο των Σοσιαλιστών στη Λαροσέλ στις 30 Αυγούστου ένα μεγάλο κομμάτι των “διαμαρτυρόμενων σοσιαλιστών” (frondeurs) παρουσιάστηκε με κοινή πλατφόρμα, κάτι που προϊδεάζει για τη δημιουργία οργανωμένης τάσης μέσα στο κόμμα που θα αντιπολιτεύται σταθερά την κυβέρνηση.

Οι Πράσινοι είναι διχασμένοι. Η πλειοψηφία τους υπό την ηγεσία της πρώην υπουργού Cecile Duflot ασκεί πλέον σκληρή κριτική στην κυβέρνηση και ζητά αριστερή στροφή. Υπάρχει όμως και ισχυρή μειοψηφία στο εσωτερικό του κόμματος που επιζητεί σύγκλιση με το κέντρο.

Η μεγάλη ελπίδα του Μετώπου της Αριστεράς που διαφάνηκε στις προεδρικές του 2012 με το 11% του Μελανσόν έχει εν πολλοίς διαψευστεί. Οι δύο βασικές συνιστώσες του  – ΚΚΓ και Κόμμα της Αριστεράς – βρίσκονται σε τροχιά σύγκρουσης εδώ και μήνες.

Από τη μία το φλέρτ του ΚΚΓ με τους Σοσιαλιστές και ο συντηρητισμός του μηχανισμού, από την άλλη ο βερμπαλισμός και τα τακτικά λάθη του Κόμματος της Αριστεράς οδήγησαν το Μέτωπο σε αδιέξοδο. ΟΙ δυνάμεις της τρίτης συνιστώσας, του πολυσυλλεκτικού οικοσοσιαλιστικού Ensemble!, είναι πολύ μικρές για να κάνουν τη διαφορά. Μένει να φανεί αν οι τελευταίες εξελίξεις αλλάξουν την αρνητική αυτή δυναμική και ξαναδώσουν ώθηση στο εγχείρημα.

Η Nouvelle Donne, ένα νέο κόμμα που δημιουργήθηκε από αποχωρήσαντες Σοσιαλιστές και Οικολόγους, εφαρμόζει καινοτόμες πολιτικές πρακτικές και έχει ενδιαφέροντα λόγο. Προς το παρόν όμως δεν αντιπροσωπεύει παρά ελάχιστο κόσμο από το χώρο της ρεφορμιστικής Αριστεράς. Το αντικαπιταλιστικό NPA έχει ζαρώσει λόγω λάθος επιλογών και ο πάλαι πότε δημοφιλής Μπεζανσνό έχει χάσει την επιρροή που είχε στα λαϊκά στρώματα μέσω της παρουσίας του στα κυρίαρχα ΜΜΕ. Οι τροτσκιστές της Lutte Ouvrière είναι εντελώς απομωνομένοι και πολιτικά αδύναμοι.

Για να υπάρξει Αριστερή προοπτική για τη χώρα πρέπει κάποιοι από αυτούς, ή στην καλύτερη περίπτωση όλοι, να κάτσουν γύρω από ένα τραπέζι με στόχο την δημιουργία ενός ενωτικού πολιτικού φορέα του οποίου η μορφή, το περιεχόμενο, τα μέλη, η γραμμή κλπ. είναι ακόμα απροσδιόριστα. Οι δυσκολίες και οι διαφορές που θα πρέπει να υπερκεραστούν είναι βεβαια μεγάλες και πολλά θα εξαρτηθούν από τις επόμενες κινήσεις της κυβέρνησης.

Τι μέλλει γενέσθαι;

Αν πάρει κανείς υπόψη το ελληνικό παράδειγμα, η πιθανότερη εξέλιξη για τη συνέχεια  είναι η αργή και βασανιστική παρακμή του Σοσιαλιστικού κόμματος με λογικό αποτέλεσμα την κατάρρευση του στις επόμενες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές του 2017, εκτός απρόβλεπτου ατυχήματος που μπορεί να επισπεύσει τις εξελίξεις. Κάτι τέτοιο όμως είναι δύσκολο αφού το Σύνταγμα δεν προβλέπει δυνατότητα μομφής κατά του Προέδρου της δημοκρατίας παρά μόνο κατά του πρωθυπουργού.

Πιθανές όμως είναι οι αυξανόμενες κοινωνικές αναταραχές στους επόμενους μήνες και αναμένεται με ενδιαφέρον οι αντίδραση των συνδικάτων στις προκλήσεις του Βαλς. Πιθανή είναι επίσης μεσοπρόθεσμα η αναδιάρθρωση του πολιτικού τοπίου με εμφάνιση νέων κομμάτων και ταυτόχρονη συγκρότηση ενός κυβερνητικού πόλου αποτελούμενου από τη σοσιαλδημοκρατία του Βαλς και του Ολαντ, την κεντροδεξιά και τους φιλελεύθερους που θα επιχειρήσει να εφαρμόσει πολιτική Τρόικας αποφασιστικά και αν χρειαστεί αυταρχικά.

Όλα αυτά υπό την απειλή της Λεπέν και περιμένοντας την (υποθετική) ανάδυση μιας άλλης αριστερής πρότασης εξουσίας.

Leave a Reply

Your email address will not be published.