Μεταλλαγές στη βιομηχανία της επικοινωνίας 2

Η βιομηχανία του κινηματογράφου αποτελείται και αυτή από ένα μικρό αριθμό αμερικανικών majors :

Buena Vista International,
Columbia
TriStar (Sony),
Metro-Goldwyn-Mayer (Sony),

Paramount Pictures (Viacom), Twentieth Century Fox (News Corp.), Universal Studios (Vivendi), Warner Bros (Time-Warner), όπως και από τις θυγατρικές τους κυρίως στο τομεα της διανομής, και κατά δεύτερο λόγο από ανεξάρτητες εταιρείες που ευδοκιμούν κυρίως σε εθνικό επίπεδο. Το Χόλυγουντ κυριαρχεί έτσι στις ευρωπαϊκές αγορές, σε άλλες ολοκληρωτικά όπως στη Γερμανία με 81,9% των εσόδων για το 2002 ή στην Ισπανία με 82,7%, σε άλλες σχετικά λιγότερο αλλά πάντα κρατώντας με διαφορά την πρώτη θέση όπως στη Γαλλία με 58,3% και στην Ιταλία με 69,5% για την ίδια χρονιά[1].

Παρατηρείται λοιπόν το εξής φαινόμενο, όσο μικρότερη είναι η εθνική παραγωγή ταινιών μεγάλου μήκους τόσο αυξημένο είναι το ποσοστό του αμερικάνικου σινεμά στις χώρες αυτές. Αν και δεν κατάφερα να βρω ακριβή στοιχεία για την Ελλάδα, σύμφωνα με τα παραπανω αλλά και λόγω της πολύ φτωχής εγχώριας παραγωγής (μόνο 8 ταινίες μεγάλου μήκους το 2005[2]) πανω από το 90% της ελληνικής αγοράς πρέπει να αποτελείται από αμερικανικές παραγωγές. Η τάση αυτή ενισχύεται από την πολιτική των χολυγουντιανών στούντιο να παράγουν σε συνεχές ρυθμό ταινίες blockbusters που κοστίζουν ακριβά στο στάδιο της παραγωγής αλλά αποφέρουν πολλά κέρδη. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω του βομβαρδισμού του κοινού με διαφημίσεις και μάρκετινγκ (διαγωνισμοί, δώρα, sponsoring εκπομπών) αλλά και μέσα απο το πολύ μεγάλο αριθμό αιθουσών στις οποίες προβάλλονται οι ταινίες αυτές. Η μαζική διανομή σε εκατοντάδες χιλιάδες αίθουσες διευκολύνεται από την οικομική συγκέντρωση που παρατηρείτε στην ιδιοκτησία των σινεμά και ειδικά με την πολλαπλασίαση των multiplex που συγκεντρώνουν και το μεγαλύτερο αριθμό θεατών (βλέπε Village Roadshow που κυριαρχει στην ελληνική αγορά). Οι πολυεθνικές αυτές προωθούν τις ταινίες των majors και με τη σειρά τους επωφελούνται από την σίγουρη αύξηση του αριθμού των εισιτηρίων.

Βέβαια τα κέρδη των majors δεν προέρχονται μόνο από τις εισπράξεις στο σινεμά αλλα κυρίως από τις υπόλοιπες χρήσεις οι οποίες ακολουθούν μια συγκεκριμένη χρονολογική σειρά : 1.προβολή στις αίθουσες, 2.προβολή από συνδρομητική τηλεόραση, 3. έκδοση σε DVD, 4.προβολή από δωρεάν τηλεόραση. Τα έσοδα συμπληρώνονται απο τα άλλα υποπροϊόντα όπως παιχνίδια, ρούχα, αξεσουάρ, σχολικά κτλ τα οποία σε κάποιες περιπτώσεις ξεπερνουν κατά πολύ τα έσοδα από την εκμετάλευση του έργου (βλέπε Χάρι Πότερ). Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι οτι οι ταινίες μενουν ολο και λιγότερο χρόνο στις αίθουσες, και εάν δεν εξασφαλίσουν γρήγορα έσοδα εξαφανίζονται από τη κυκλοφορία.

Η ύπαρξη αυτού του συγκεντρωμένου συστήματος γύρω από ένα μικρό αριθμό μεγαλοστούντιο και διανομέων τείνει να κάνει όλο και πιο δύσκολη την αύξηση και τη βελτίωση των εθνικών παραγωγων, όχι μόνο σε αναπτυσσόμενες περιοχές – όπως η Αφρική που είναι και ο πρώτος εισαγωγέας αμερικάνικων ταινιών στον κόσμο – αλλά και σε χώρες όπως η Ελλάδα με μικρές εώς ελάχιστες οικονομικές δυνατότητες (βλέπε Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου). Παράλληλα, καθιστάται δυσκολότερη η βιωσιμότητα των έργων που δεν επιδιώκουν μαζικό και άμεσο οικονομικό κέρδος ανάλογο με την επένδυση αλλά προσδοκούν σε διάρκεια προβολής για να προσελκύσουν το κοινό.

Συμπερασματικά λοιπόν η οικονομική συγκεντρωση του κινηματογράφου στα χέρια λιγοστών αμερικανικών πολυεθνικών έχει σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις και τείνει τις περισσότερες φορές να στενέψει το φάσμα των απόψεων (ως προς τα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα) αλλά και των πολιτιστικών και αισθητικών εκφράσεων που βρίσκουν το δρόμο τους προς το ευρύ κοινό.

Τα λέμε σύντομα με τα υπόλοιπα.


[1] CNC Info, No. 283, 2002, Paris: Centre National de la Cinématographie

Leave a Reply

Your email address will not be published.