Γαλλία: πως η ακροδεξιά χτίζει την κυριαρχία της πάνω στην αδυναμία της αριστεράς

Marine

Η Μαρίν Λεπέν φωτογραφίζεται με νεοναζιστές θαυμαστές

Οι περιφερειακές εκλογές που έλαβαν χώρα σήμερα στη Γαλλία επιβεβαίωσαν την αδιάλειπτη ανοδική δυναμική του Εθνικού Μετώπου από το 2011 όταν η Μαρίν Λεπέν ανέλαβε την αρχηγία του κόμματος. Η παρουσία της στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2017 είναι πλέον εξαιρετικά πιθανή, κάτι που αν συμβεί θα της επιτρέψει να διεκδικήσει την προεδρία της χώρας.

Το γαλλικό πολιτικό κατεστημένο, δηλαδή η δεξιά της οποίας ηγείται εκ νέου ο Σαρκοζύ και το σοσιαλιστικό κόμμα του Ολάντ, διαγκωνίζεται πλέον για το ποιος θα βρεθεί απέναντι της. Το αποτέλεσμα μιας υποθετικής αναμέτρησης Λεπέν-Ολάντ ή Λεπέν-Σαρκοζύ το 2017 είναι εντελώς αβέβαιο. Η προοπτική μιας νίκης της ακροδεξιάς στη δεύτερη μεγαλύτερη χώρα της ΕΕ είναι πλέον ρεαλιστική.

Δύο είναι οι κυριότεροι λόγοι που εξηγούν αυτό το εφιαλτικό αλλά πιθανό σενάριο. Από τη μια η ομολογουμένως εκλογικά πετυχημένη στρατηγική του κόμματος της Λεπέν. Από την άλλη η εγκατάλειψη των λαϊκών στρωμάτων από τους Σοσιαλιστές και ο θρυμματισμός της ριζοσπαστικής αριστεράς. H δυναμική αυτή εδραιώνεται μέσα στην αρρωστημένη περιρρέουσα ατμόσφαιρα ισλαμοφοβίας που καλλιεργείται από μέρος των ΜΜΕ και η οποία χειροτέρεψε μετά τις τρομοκρατικές επίθεσεις στο Παρίσι.

Επιχείρηση αποδαιμονοποίησης

Από το 2011 όταν ανέλαβε τα ηνία του κόμματος που ίδρυσε ο πατέρας της η Μαρίν Λεπέν έχει κάνει το Εθνικό Μέτωπο ένα αξιοπρεπές κόμμα στη συνείδηση μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης. Με τη διαφορά ότι είναι άφθαρτο, αφού δεν έχει ασκήσει ποτέ την εξουσία, και ταυτόχρονα αντι-συστημικό. Πράγματι η ρητορική της Μαρίν Λεπέν έχει επικεντρωθεί στην κριτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κυβερνητικών κομμάτων (Σοσιαλιστών και UMP). Δύο είναι οι άξονες της: η φτωχοποίηση της “Γαλλίας που εργάζεται” και η “πολιτισμική ανασφάλεια”.

Η κοινωνική ρητορική της Λεπέν εμπεριέχει πολλά στοιχεία αριστερής προέλευσης (υπεράσπιση των εργαζομένων, κριτική των τραπεζών και του κεφαλαίου, στηλίτευση της σοσιαλδημοκρατικής υποκρισίας, θέση υπέρ της εξόδου από το Ευρώ κλπ.). Με αυτό τον τρόπο το Εθνικό Μέτωπο έχει αναδειχθεί σε πρώτο κόμμα μεταξύ των ψηφοφόρων της εργατικής τάξης. Έστω κι αν η ρητορική αυτή είναι εντελώς υποκριτική αφού το κόμμα στηρίζει το γαλλικό κεφάλαιο, εκλογικά είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική.

Ταυτόχρονα ο ρατσιστικός λόγος της Λεπέν έχει εκλεπτυνθεί. Δεν περιλαμβάνει αντισημιτικές κορώνες και χοντράδες για τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο όπως αυτός του πατέρα της. Στηρίζεται όμως περισσότερο στα επιχειρήματα της Νέας δεξιάς περί πολιτισμικής αναντιστοιχίας των ευρωπαϊκών αξιών με αυτών του Ισλάμ. Η απειλή της ειρηνικής κατάκτησης της Δύσης μέσω μαζικών κυμάτων μετανάστευσης είναι η κατακλείδα του αφηγήματος της Λεπέν, έστω κι αν δεν το θέτει τόσο ωμά δημόσια.

Βέβαια η πλειοψηφία των μελών και οπαδών του Εθνικού Μετώπου, σε αντίθεση ίσως με αυτή των ψηφοφόρων του, αποτελείται από ξενόφοβους και μισαλλόδοξους. Αυτό αποδεικνύει το ρατσιστικό ντελίριο δεκάδων τοπικών υποψηφίων στα κοινωνικά δίκτυα.

Η αδυναμία της ριζοσπαστικής αριστεράς

Από την άλλη η ριζοσπαστική αριστερά εμφανίζεται θρυμματισμένη και αδύναμη. Η δυναμική του ενωτικού υποψήφιου Μελανσόν στις προεδρικές του 2012 έχει εξανεμιστεί. Τουλάχιστον τρεις λόγοι εξηγούν αυτή την αδυναμία. Ο εκλογικός ανταγωνισμός μεταξύ των κομμάτων της αριστεράς ο οποίος δεν ευνοεί μια κοινή στρατηγική, παρόλο που όλοι θεωρητικά συμφωνούν στην προοπτική της ενωμένης αριστεράς. Οι σοβαρές πολιτικές διαφωνίες οι οποίες υπάρχουν πλέον και στο εσωτερικό του χώρου σε ζητήματα όπως αυτό του Ισλάμ στη Γαλλία· τη σχέση με τη Ρωσία του Πούτιν και τη θέση για τον πόλεμο στην Ουκρανία· τη ριζοσπαστική οικολογία σε σχέση με την παραδοσιακή προσέγγιση της ανάπτυξης κλπ. Τελευταίο παράδειγμα μιας τέτοιας πολιτικής διαφωνίας είναι το μοντέλο του ΣΥΡΙΖΑ και οι εκτιμήσεις γύρω από την εκλογή του.

Τέλος ένας σημαντικός λόγος που εξηγεί την πτώση της ριζοσπαστικής αριστεράς στη Γαλλία είναι η αδυναμία του συνδικαλιστικού και του κοινωνικού κινήματος να μετουσιώσει τη δυσαρέσκεια των πολιτών σε οργανωμένη αντιπαράθεση με την κυβέρνηση. Κάτι που εξηγείται, μεταξύ άλλων, από την ανεπάρκεια της συνδικαλιστικής ηγεσίας (βλέπε CGT) και την πολιτική αυστηρής και συχνά βίαιης καταστολής διαδηλώσεων και κινητοποιήσεων η οποία κατέληξε πρόσφατα στο θάνατο του διαδηλωτή Rémi Fraisse από χειροβομβίδα κρότου λάμψης.

Η σταδιακή αυταρχικοποίηση του γαλλικού κράτους από τον Σαρκοζύ (υπουργός δημόσιας τάξης και Πρόεδρος μεταξύ 2002 και 2012) και στη συνέχεια από τον Μανουέλ Βαλς (αρχικά υπουργός δημόσιας τάξης των Σοσιαλιστών και πλέον πρωθυπουργός), συνεχίζεται ακάθεκτη μετά από τις τρομοκρατικές επιθέσεις: κινητοποίηση στρατιωτών για τη φύλαξη της τάξης, έκτακτα μέτρα ασφαλείας, φιλτράρισμα ιστότοπων εκτός δικαστικής οδού, μηντιακή τρομολαγνεία…Οι Σοσιαλιστές στρώνουν το δρόμο για τη Μαρίν Λεπέν (ή για τον Σαρκοζύ) και μάλλον είναι πολύ αργά για να αλλάξει κάτι.

Leave a Reply

Your email address will not be published.