Γαλλία: ο ρόλος της κρίσης των ΜΜΕ και του διαδικτύου στην άνοδο της ακροδεξιάς

Το κείμενο αυτό αποτελεί την παρέμβαση μου στη ανοιχτή συζήτηση με θέμα: «Η Ευρώπη στον καθρέφτη: οι Γαλλικές Εκλογές και η «Διεθνής της Ακροδεξιάς»

Ίσως το σημαντικότερο χαρακτηριστικό των επερχόμενων προεδρικών εκλογών στη Γαλλία είναι η κυριαρχία της ακροδεξιάς η οποία πιθανότατα θα εδραιωθεί ως πρώτη πολιτική δύναμη της χώρας. Αν και το φαινόμενο είναι πολυσύνθετο, ένας από τους σημαντικούς λόγους που μπορεί να εξηγήσει αυτήν την άνοδο είναι η χαμηλή ποιότητα του δημοσίου διαλόγου στα κυρίαρχα ΜΜΕ αλλά και στο διαδίκτυο.

Η κρίση εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ

Πράγματι η εμπιστοσύνη των Γάλλων στους δημοσιογράφους και τα μέσα όλο και μειώνεται φτάνοντας στο ναδίρ τα τελευταία χρόνια. Οι δημοσιογράφοι, μαζί με τους πολιτικούς και τα κόμματα, καταλαμβάνουν τις τελευταίες θέσεις στις σχετικές μετρήσεις. Πιο συγκεκριμένα σύμφωνα με το βαρόμετρο της εφημερίδας La Croix η εμπιστοσύνη στην τηλεόραση έχει υποχωρήσει στο ιστορικό χαμηλό του 41% από το 1987 που γίνεται η έρευνα. Για τον τύπο το ποσοστό είναι 44% και μόνο 26% για το διαδίκτυο.

Η εμπιστοσύνη των Γάλλων στα ΜΜΕ

Σχετικά με τους δημοσιογράφους η πλειοψηφία του κοινού δηλώνει ότι δεν είναι ανεξάρτητοι παρά βρίσκονται στην υπηρεσία των αφεντικών τους αλλά και της πολιτικής εξουσίας. Μόνο το 27% των ερωτώμενων πιστεύει ότι οι δημοσιογράφοι μπορούν να αντισταθούν στις πιέσεις της οικονομικής εξουσίας και το ποσοστό πέφτει στο 24% σε ότι αφορά τις πολιτικές πιέσεις.

Η εκτίμηση της ανεξαρτησίας των Γάλλων δημοσιογράφων

Οι επιπτώσεις της ακραίας εμπορευματοποίησης των ΜΜΕ

Το φαινόμενο αυτό, το οποίο γνωρίσαμε και στην Ελλάδα, είναι αποτέλεσμα της εξέλιξης των κυρίαρχων ΜΜΕ. Ένα από τα βασικά συστατικά αυτής της εξέλιξης είναι η άκρατη εμπορευματοποίηση της ενημέρωσης από την εποχή της ιδιωτικοποίησης της τηλεόρασης τη δεκαετία του 80 κι έπειτα, η οποία εντάθηκε την τελευταία δεκαετία με τη δημιουργία καναλιών συνεχούς ενημέρωσης όπως το LCI, το BFMTV και το CNEWS (πρώην iTélé).

Συχνά η ανάγκη μεγιστοποίησης της τηλεθέασης ωθεί πολλούς δημοσιογράφους στο να απευθύνονται στα πιο ποταπά ένστικτα του κοινού. Τα κανάλια επιδίδονται σε άκρατο ανταγωνισμό με αποτέλεσμα να ενδίδουν συχνά στο λαϊκισμό, το κουτσομπολιό και την καλλιέργεια ξενοφοβικών στερεοτύπων, τάση η οποία εντάθηκε μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις του 2015 και την προσφυγική κρίση του 2016. Έτσι, για παράδειγμα, το 62% ων ερωτώμενων θεωρεί ότι τα ΜΜΕ ασχολήθηκαν υπερβολικά με την Κιμ Καρντασιάν, η οποία έπεσε θύμα ληστείας στο Παρίσι, αλλά και με το μπουρκινί, το ισλαμικό μαγιό που καλύπτει όλο το σώμα και το οποίο έγινε αντικείμενο πολιτικής διένεξης το καλοκαίρι του 2016.

Τα θέματα που καλύφθηκαν υπερβολικά από τα ΜΜΕ σύμφωνα με τους πολίτες

Την ίδια στιγμή, η οικονομική κρίση του τύπου έχει μειώσει αισθητά τις θέσεις εργασίας στη δημοσιογραφία ενώ παράλληλα ο αριθμός των ΜΜΕ, ιδιαίτερα στην τηλεόραση και στο διαδίκτυο, έχει αυξηθεί. Η συγκεκριμένη αναντιστοιχία έχει καταστήσει επισφαλείς και δύσκολες τις συνθήκες εργασίας της πλειονότητας των δημοσιογράφων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την κυριαρχία ενός μοντέλου low cost δημοσιογραφίας το οποίο ως επί το πλείστων αγνοεί το πρωτότυπο και ερευνητικό ρεπορτάζ ανακυκλώνοντας τα ίδια περιεχόμενα, παράγοντάς ένα είδος πληροφοριακού πληθωρισμού με καταστροφικές συνέπειες για την ποιότητα της ενημέρωσης.

Το ποσοστό των δημοσιογράφων στη Γαλλία στο σύνολο των διανοητικών επαγγελμάτων

Ο αριθμός τηλεοπτικών σταθμών στη Γαλλία

Οικονομική συγκέντρωση και κυρίαρχη ιδεολογία

Παράλληλα η οικονομικής αδυναμία των ΜΜΕ τα καθιστά ευάλωτα σε εξαγορές οι οποίες επιδεινώνουν την οικονομική συγκέντρωση του τομέα. Έτσι, τα τελευταία χρόνια η αγορά της ενημέρωσης στη Γαλλία ελέγχεται από ένα μικρό αριθμό πάμπλουτων επιχειρηματιών με ισχυρά οικονομικά συμφέροντα και στενές σχέσεις με το δημόσιο : Xavier Niel (Le Monde, L’Obs, Télérama), Vincent Bolloré (Canal+, CNEWS), Patrick Drahi (Libération, L’Express, BFMTV), Arnaud Lagardère (Europe 1, Le Journal du Dimanche), Bernard Arnault (Les Echos, Le Parisien), Serge Dassault (Le Figaro), Martin Bouygues (TF1, Métro, LCI). Μέσω του ελέγχου των ΜΜΕ οι συγκεκριμένοι επιχειρηματίες αποκτούν πολιτική επιρροή και βελτιώνουν τις σχέσεις τους με την κυβέρνηση με στόχο την εξυπηρέτηση των οικονομικών τους συμφερόντων.

Τα βασικά συγκροτήματα ΜΜΕ της Γαλλία και οι ιδιοκτήτες τους

Ταγμένοι στην υπηρεσία των εργοδοτών τους οι διασημότεροι δημοσιογράφοι και σχολιαστές των γαλλικών mainstream ΜΜΕ υιοθετούν την κυρίαρχη ιδεολογία του άκρατου νεοφιλελευθερισμού η οποία επικρατεί κατά κράτος στη δημόσια συζήτηση για την πολιτική και την κοινωνία. Δεν διστάζουν μάλιστα να στηλιτέψουν τους «υποβοηθούμενους» (assistés) όπως τους άνεργους, τους φτωχούς, τους πρόσφυγες, τους κάτοικους των εργατικών προαστείων καθώς και τους δημόσιους υπαλλήλους οι οποίοι υποτίθεται σπαταλούν τα χρήματα των φορολογουμένων. Τα κυρίαρχα ΜΜΕ ενισχύουν έτσι τις διχαστικές τάσεις στο εσωτερικό της γαλλικής κοινωνίας καθώς και την αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων στρέφοντας τη μια κοινωνική ομάδα ενάντια στην άλλη.

Το διαδίκτυο ως πηγή εναλλακτικής ενημέρωσης

Το σύνολο αυτών των τάσεων που διατρέχει τα κυρίαρχα ΜΜΕ ωθεί ένα μεγάλο κομμάτι των Γάλλων στη διαδικτυακή ενημέρωση. Έτσι το 50% των Γάλλων δηλώνει ότι βλέπει βίντεο στο Youtube καθημερινά, 25% ότι το διαδίκτυο είναι η βασική του πηγή πληροφόρησης και το 19% εξ αυτών ότι ενημερώνεται κυρίως μέσω Facebook.

Οι πηγές ενημέρωσης των Γάλλων

Η χρήση του Youtube στη Γαλλία

Η διαδικτυακή ενημέρωση προσφέρει μεγαλύτερο πλουραλισμό πληροφοριών και ευρύτερο φάσμα απόψεων. Επίσης, λόγω της συμμετοχικής της διάστασης, δύναται να επιβάλλει στην ατζέντα των παραδοσιακών ΜΜΕ θέματα τα οποία συνήθως αγνοούνται. Για παράδειγμα η αστυνομική βία, η οποία αποτελεί ένα όλο και συχνότερο φαινόμενο ιδιαίτερα όταν ασκείται ενάντια στους νέους και τις μειονότητες, προβλήθηκε ιδιαίτερα τελευταία λόγω ερασιτεχνικών βίντεο τα οποία κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο.

Ακροδεξιά και συνωμοσιολογία στα κοινωνικά δίκτυα

Ταυτόχρονα όμως το διαδίκτυο αποτελεί πεδίο προπαγάνδας και χειραγώγησης της κοινής γνώμης καθώς και μαζικής έκφρασης ξενοφοβίας, σεξισμού και μισαλλοδοξίας. Πρόσφατη έρευνα της εφημερίδας Libération έδειξε ότι μεταξύ των πιο διαμοιρασμένων περιεχομένων και των πιο δημοφιλών ενημερωτικών σελίδων στο Facebook βρίσκονται αρκετοί αντιπρόσωποι της « φασοσφαίρας » (TV Libertés, FDSouche, Boulevard Voltaire, Actue 17).

Οι ιστότοποι αυτοί χρησιμοποιούν όλες τις κατάλληλες μεθόδους (συχνό ποστάρισμα, εντυπωσιοθηριακούς τίτλους, fake news κλπ.) για να κερδίσουν επισκεψιμότητα μέσω Facebook και να επηρεάσουν την κοινή γνώμη. Έτσι καταφέρνουν να παραπληροφορούν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Για παράδειγμα 39% και 38% των ερωτώμενων αντίστοιχα πιστεύουν ότι το γαλλικό κράτος έχει δώσει 77 000 εργατικές κατοικίες σε πρόσφυγες και ότι δήμαρχοι της επαρχίας πληρώνονται για να δεχτούν ξένους από τα γκέτο του Παρισιού, κάτι που βέβαια είναι εντελώς ψευδές.

Οι πιο δημοφιλείς γαλλικοί ενημερωτικοί ιστότοποι στο Facebook

Τα πιο δημοφιλή fake news των τελευταίων μηνών στη Γαλλία

Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι η βασική εξήγηση σε ότι αφορά την πληροφοριακή σύγχυση (confusionnisme), τη συνωμοσιολογία και την προκατάληψη που κυριαρχεί σε μεγάλο κομμάτι του γαλλικού κοινού είναι αποτέλεσμα της απογοήτευσης και της έλλειψης εμπιστοσύνης στα κυρίαρχα ΜΜΕ. Ως εκ τούτου το μηντιακό σύστημα καθώς κι ένα μέρος των δημοσιογράφων φέρει σημαντική ευθύνη για αυτή την κατάσταση η οποία ευνοεί την άνοδο της ακροδεξιάς.

Leave a Reply

Your email address will not be published.