Οι επιπτώσεις της κρίσης του κορωνοϊού στον δημόσιο χώρο

Image

Σε αυτή την περίοδο περιορισμού κατ’ οίκο, χωρίς δυνατότητα φυσικής αλληλεπίδρασης, οι πολίτες ενημερώνονται και εκφράζονται δημόσια μέσω των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας και δικτύωσης. Έτσι, ένας από τους τομείς της κοινωνικής ζωής που επηρεάζεται από την επιδημία είναι η πληροφόρηση και ο δημόσιος διάλογος για τα κοινά. Ωστόσο, αυτό που παρατηρείται δεν είναι τόσο μια ριζική τομή όσο μια επιτάχυνση αλλαγών που κυοφορούνται τα τελευταία χρόνια. Η κοινωνική απομόνωση, ο αυξημένος διαθέσιμος χρόνος, η έντονη επικαιρότητα και τα περίπλοκα ζητήματα που αυτή θέτει, συνθέτουν ένα σκηνικό επιταχυνόμενου μετασχηματισμού του δημόσιου χώρου όπου διαμορφώνεται η κοινή γνώμη.

Το παράδοξο της τηλεόρασης

Το πρώτο ποσοτικό στοιχείο που έχει ενδιαφέρον είναι ότι επιδημία και οι επιπτώσεις της αύξησαν θεαματικά το ενδιαφέρον του κοινού για την επικαιρότητα. Για παράδειγμα στην Ελλάδα η μέση τηλεθέαση κατά το μήνα Μάρτιο από τις 5 ώρες και 20 λεπτά ημερησίως εκτινάχθηκε στις 7 ώρες και 19 λεπτά, το οποίο είναι και το απόλυτο ρεκόρ στη χώρα. Από τις 25 χώρες που μετρά η Nielsen μόνο η Σερβία μας ξεπερνά φτάνοντας στην ίδια περίοδο τις 7 ώρες και 45 λεπτά.  

Μέσος ημερήσιος χρόνος τηλεθέασης στην Ελλάδα (σε λεπτά). Πηγή: Nielsen

Ωστόσο ο μέσος χρόνος τηλεθέασης από μόνος του δίνει μια πλασματική εικόνα καθώς το τοπίο της ενημέρωσης στην Ελλάδα είναι ανομοιογενές. Από τη μία οι μεγαλύτερες ηλικίες καθώς και τα χαμηλότερα οικονομικά και μορφωτικά στρώματα καταναλώνουν και εμπιστεύονται την τηλεόραση περισσότερο από τον μέσο όρο. Από την άλλη οι νέοι, τα υψηλότερα οικονομικά και μορφωτικά στρώματα καθώς και οι κάτοικοι των αστικών κέντρων προτιμούν για την ενημέρωση τους το διαδίκτυο. Ταυτόχρονα, το ποσοστό των Ελλήνων που δηλώνει ότι εμπιστεύεται την τηλεόραση (22%) είναι το χαμηλότερο μεταξύ των 28 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η έρευνα περιλαμβάνει και τη Μ. Βρετανία). Αντίθετα, το ποσοστό που δηλώνει ότι εμπιστεύεται το διαδίκτυο είναι ιδιαίτερα υψηλό (42%)

Το ποσοστό εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ στην ΕΕ. Πηγή Ευρωβαρόμετρο, Νοέμβριος 2017

Η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τα παραδοσιακά ΜΜΕ εξαρτάται από τα προαναφερθέντα κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά αλλά κι από την πολιτική τοποθέτηση. Όπως φαίνεται στο παρακάτω γράφημα, οι Έλληνες που αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί εμπιστεύονται πολύ λιγότερο από αυτούς που αυτοπροσδιορίζονται ως δεξιοί τα ΜΜΕ για να: ελέγξουν τους ισχυρούς (31% έναντι 44%) · επιλέξουν θέματα που τους αφορούν (27% έναντι 35%) · τους βοηθήσουν να καταλάβουν τα νέα της ημέρας (35% έναντι 48%). Αυτή η διαφορετική αντίληψη πηγάζει πιθανότατα από την τάση της τηλεόρασης προς τον υποκριτικό συντηρητισμό και την προάσπιση της κυρίαρχης ιδεολογίας.    

Δείκτης εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ ανάλογα με την πολιτική τοποθέτηση. Πηγή: Reuters Institute Digital News Report – Διανέοσις, 2019

Από αυτά τα στοιχεία μπορούμε να συμπεράνουμε ότι για την τηλεόραση στην Ελλάδα ισχύει το εξής παράδοξο: είναι ταυτόχρονα το πιο διαδεδομένο και το λιγότερο αγαπητό μέσο σε ότι αφορά την ενημέρωση, ιδιαίτερα μεταξύ των πιο δυναμικών και προοδευτικών κοινωνικών στρωμάτων. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι η τάση αυτή οξύνεται κατά τη διάρκεια της επιδημίας και του περιορισμού κατ’ οίκο.

Η έκρηξη της διαδικτυακής ενημέρωσης

 Έτσι εξηγείται ότι η κρίση του κορωνοϊού αύξησε κατακόρυφα την επισκεψιμότητα των ενημερωτικών ιστότοπων. Σύμφωνα με την Ένωση Εκδοτών Διαδικτύου, το σύνολο των επισκέψεων στους ιστότοπους που ανήκουν στα μέλη της αυξήθηκε κατά 25% μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαρτίου 2020. Οι υψηλότερες αυξήσεις (άνω του 75%) σημειώθηκαν σε δημοσιογραφικούς ιστοτοπους που θεωρούνται αξιόπιστοι όπως το CNN.gr, Capital.gr και το Efsyn.gr. Αντίθετα σημαντικές μειώσεις παρατηρούνται σε ιστότοπους για τον αθλητισμό (Eurohoops), τις εξόδους και τον πολιτισμό (Athinorama) καθώς και στην αναζήτηση επαγγελματιών (Vrisko). 

Επισκεψιμότητα των 25 πρώτων ενημερωτικών ιστότοπων για το Μάρτιο 2020 και ποσοστό αυξομείωσης σε σύγκριση με τον Φεβρουάριο. Πηγή : ΕΝΕΔ/AT Internet

Η ίδια αυξητική τάση της επισκεψιμότητας ενημερωτικών ιστότοπων παρατηρήθηκε σε όλες τις χώρες που χτυπήθηκαν από την επιδημία και μάλιστα η χρονική εξέλιξη της αύξησης ακολούθησε την εξάπλωση του ιού. Όπως φαίνεται στο παρακάτω γράφημα η έκρηξη στην επισκεψιμότητα των δημοσιογραφικών ιστότοπων παρατηρείται  στην Ιταλία από τα μέσα Φεβρουαρίου καθώς εκεί η πανδημία αναπτύχθηκε γρηγορότερα.

Ο αριθμός επισκέψεων σε ενημερωτικούς ιστότοπους και Apps σε Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Μεγάλη Βρετανία από Ιανουάριο μέχρι Μάρτιο 2020. Πηγή: Comscore

Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε και στις ΗΠΑ όπου ειδησεογραφικοί ιστότοποι όπως αυτοί των The Atlantic, Business Insider, New York Times, Los Angeles Times, Wall Street Journal και Wired διπλασίασαν την κίνηση τους μέσα σε λίγες μέρες.

Ταυτόχρονα, μεταξύ αυτών που γνώρισαν αύξηση της επισκεψιμότητας παγκοσμίως βρίσκουμε ανεξάρτητους ενημερωτικούς ιστότοπους διαφόρων μεγεθών και πολιτικών τοποθετήσεων, ερασιτεχνικούς κόμβους δημοσιογραφίας των πολιτών, ιστολόγια, μέσα κοινωνικής δικτύωσης που δίνουν βήμα έκφρασης στον καθένα κλπ. Σε αντίθεση με τα τηλεοπτικά ΜΜΕ τα οποία εκ φύσεως εκφράζουν την κυρίαρχη ιδεολογία και ελέγχονται στενά από ισχυρά πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, το εύρος του διαδικτύου προσφέρει χώρο στον αντιπολιτευτικό, αντι-ηγεμονικό λόγο και στις περιθωριακές ή μειονοτικές θεωρήσεις να αναπτυχθούν και να αποκτήσουν (σχετική) προβολή.

Ο ολιγοπωλιακός έλεγχος του ψηφιακού δημόσιου χώρου

Φαίνεται λοιπόν ότι πλέον το διαδίκτυο βρίσκεται στο επίκεντρο των πρακτικών πληροφόρησης και έκφρασης ενός μεγάλου μέρους του κοινού, αποτελώντας έτσι τη βασική συνιστώσα της δημόσιας σφαίρας. Καθημερινά τεράστιος όγκος ανθρώπινου λόγου διοχετεύεται σε δημοσιογραφικούς ιστότοπους, κοινωνικά μέσα δικτύωσης, πλατφόρμες διανομής περιεχομένου και διάφορα φόρουμ όπου μετατρέπεται σε μια ακολουθία από bytes, υπόκειται σε συνεχή αλγοριθμική επεξεργασία και κυκλοφορεί μέσω τηλεπικοινωνιακών δικτύων ώσπου να κλείσει τον κύκλο του φτάνοντας σε εκατομμύρια πολίτες μέσω υπολογιστών και smartphones. Αυτός ο ψηφιακός δημόσιος χώρος, με τα ιδιαίτερα κοινωνικά, τεχνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά, αποτελεί μια τεράστια αρένα στην οποία διαδραματίζεται μια διαπάλη για την ιεράρχηση και η συλλογική ερμηνεία των γεγονότων.

Ένα από τα χαρακτηριστικά του ψηφιακού δημόσιου χώρου είναι ότι η κοινωνική δραστηριότητα που εξελίσσεται στο εξωτερικό του διαμεσολαβείτε από τους ολιγοπωλιακούς παίκτες τους διαδικτύου όπως η Google και το Facebook[1]. Στην Ελλάδα, μόνο το 28% του κοινού προτιμά να βρίσκει ειδήσεις πηγαίνοντας απευθείας στις σελίδες των μέσων ενημέρωσης, ποσοστό που είναι ακόμα μικρότερο για τους νέους 18-24 ετών (13%). Η πλειοψηφία βρίσκει ειδήσεις από μηχανές αναζήτησης (29%), από μέσα κοινωνικής δικτύωσης (25%), τομείς που τελούν το μονοπώλιο των Google και Facebook αντίστοιχα. Όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα, οι Έλληνες χρησιμοποιούν για την ενημέρωση τους σε μεγάλο ποσοστό υπηρεσίες που ανήκουν σε αυτές τις πολυεθνικές.

Ποσοστό προτίμησης διαδικτυακών υπηρεσιών για ενημέρωση από τους χρήστες του διαδικτύου στην Ελλάδα. Πηγή: Reuters Institute Digital News Report, 2019

Η διαδικτυακή έκρηξη με αφορμή την κρίση του κορωνοϊού επιβεβαίωσε αυτή την τάση αφού η χρήση αυτών των υπηρεσιών γνώρισε τεράστια αύξηση παγκοσμίως τον Μάρτιο.

Ημερήσια κίνηση των ιστότοπων μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 2020. Πηγή : New York Times

Στην Ελλάδα οι πολίτες έσπευσαν μαζικά στη Google για να πληροφορηθούν για τις εξελίξεις. Η πρώτη κορύφωση αναζητήσεων με τη λέξη κορωνοϊός στα ελληνικά επέρχεται στις 26 με 27 Φεβρουαρίου όταν προέκυψαν τα πρώτα κρούσματα στην Ελλάδα. Η δεύτερη κορύφωση επήλθε σταδιακά από τις 11 μέχρι τις 15 Μαρτίου και περιλαμβάνει το διάγγελμα Μητσοτάκη για κλείσιμο των σχολείων, του πρώτους νεκρούς στην Ελλάδα και τις αποφάσεις για περιορισμό των μετακινήσεων σε Γαλλία, Τουρκία και Μεγάλη Βρετανία.

Όγκος αναζητήσεων με τη λέξη «κορωνοϊός» μεταξύ 20 Φεβρουαρίου και 10 Απριλίου. Πηγή: Google Trends

Μια ανάλογη διακύμανση παρατηρείται στον αριθμό των μηνυμάτων τα οποία κυκλοφορούν στο Twitter και αφορούν τον κορωνοϊό όπου φαίνεται ότι μετά από την κορύφωση στα μέσα Μάρτη το ενδιαφέρον των χρηστών μειώνεται σταδιακά.

Όγκος μηνυμάτων στο Twitter με τη λέξη «κορωνοϊός» μεταξύ 19 Μαρτίου και 20 Απριλίου. Πηγή: ephemeron.eu

Συνεπώς, η ερμηνεία και η κατανόηση αυτών των γεγονότων για κάθε πολίτη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το εύρος και το είδος της πληροφορίας που υπάρχει στο διαδίκτυο αλλά και από την ιεράρχηση της από τις πλατφόρμες όπως η Google και το Twitter.

To Facebook από την πλευρά του μέσα σε αυτή τη συγκυρία ενίσχυσε τη θέση του ως κεντρικού διαμεσολαβητή μεταξύ κοινού και ενημερωτικών ιστότοπων. Έτσι η Washington Post έλαβε 119% περισσότερους αναγνώστες από το Facebook στις δύο πρώτες εβδομάδες του Μαρτίου σε σύγκριση με το Φεβρουάριο και αυτό το ποσοστό είναι 160% για την NBC News και 180% για τους New York Times. Σύμφωνα με μια εσωτερική έκθεση Facebook, μεταξύ 19 και 22 Μαρτίου, περισσότερο από το ήμισυ του ειδησεογραφικού περιεχομένου που ζητήθηκε  μέσω της πλατφόρμας αφορούσε τον κορωνοϊό[2].

Ωστόσο, η κλίμακα αυτής της επισκεψιμότητας εξαρτάται από ένα δείκτη που ονομάζεται NEQ (news ecosystem quality) που αποδίδει το Facebook στους εκδότες, ο υπολογισμός του οποίου είναι εντελώς αδιαφανής και ο οποίος κατατάσσει τα mainstream εμπορικά ΜΜΕ στην κορυφή της λίστας. Στην ίδια έκθεση αναφέρεται ρητά ότι το Facebook χρησιμοποιεί τους αλγόριθμους του για να πιέσει τους πιο σημαίνοντες χρήστες να συμβουλευτούν πηγές υψηλότερης αξιολόγησης για να διαδώσουν «αξιόπιστες» πληροφορίες σχετικά με την επιδημία στον κοινωνικό τους κύκλο. Το μειονέκτημα αυτής της στρατηγικής είναι ότι οι εκδότες που θεωρούνται αναξιόπιστοι ή ελάσσονος σημασίας από τον αλγόριθμο δέχονται λιγότερους επισκέπτες.

Το Facebook εφαρμόζει αυτή την μέθοδο γιατί η κρίση του κορωνοϊού προκάλεσε εκτίναξη των αβάσιμων φημών και των προσπαθειών χειραγώγησης. Για παράδειγμα, πολλές πηγές διαδίδουν φήμες ότι ο ιός δημιουργήθηκε τεχνητά σε μυστικά εργαστήρια, άλλες φορές στην Κίνα και άλλες φορές στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη Γαλλία 25% των ερωτώμενων πιστεύουν κάτι τέτοιο[3]. Όπως συμβαίνει συχνά με την παραπληροφόρηση, οι φήμες σχετικά με την προέλευση του ιού είναι πιο διαδεδομένες μεταξύ του κοινού με δεξιές ή ακροδεξιές πεποιθήσεις[4].

Μια άλλη διαμάχη που περιλαμβάνει παραπληροφόρηση αφορά την υποτιθέμενη θεραπευτική δράση ματζουνιών, μεθόδων όπως η πόση νερού, χημικών ουσιών και φαρμάκων όπως η χλωροκίνη. Στην προσπάθεια του να διαχωρίσει την ήρα από το στάρι, το Facebook βασίζεται σε ΜΜΕ που έχουν λάβει πιστοποίηση από το Ινστιτούτο Poynter όπως το πρακτορείο AFP στη Γαλλία. Στην Ελλάδα όμως ο τίτλος του επίσημου fact-checker απονεμήθηκε στον ιστότοπο Hellenic Hoaxes ο οποίος έχει κατηγορηθεί για ελλιπή κατάρτιση αλλά και για πολιτική μεροληψία υπέρ της Νέας Δημοκρατίας. Συνεπώς, αντιμετωπίζουμε και πάλι το πρόβλημα της αυθαίρετης ιεράρχησης της ενημέρωσης και των ΜΜΕ από αυτές τις πανίσχυρες εταιρείες το οποίο οξύνεται μέσα στη συγκυρία.   

Η διεθνοποιημένη, κατακερματισμένη και αγωνιστική φύση του ψηφιακού δημόσιου χώρου

Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι η κρίση του κορωνοϊού αναδεικνύει τη διεθνοποιημένη, κατακερματισμένη και αγωνιστική φύση του ψηφιακού δημόσιου χώρου. Η διεθνοποίηση οφείλεται στο γεγονός ότι στο διαδίκτυο η πληροφορία διαχέεται παγκοσμίως με μεγάλη ταχύτητα και χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα φιλτραρίσματος, διασταύρωσης ή ελέγχου όπως μπορεί να συμβεί στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης. Έτσι, μια δήλωση του Donald Trump, ένα πείραμα ενός Γάλλου γιατρού με τη χλωροκίνη ή μια απόφαση των κινεζικών αρχών μπορεί να έχει άμεσες επιπτώσεις στη ελληνική δημόσια συζήτηση περί της πανδημίας.

Ο ψηφιακός δημόσιος χώρος είναι ταυτόχρονα κατακερματισμένος διότι, σε αντίθεση με τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης τα οποία είναι λίγα και σχετικά ομοιογενή από κοινωνικοπολιτική άποψη, τα ψηφιακά μέσα είναι άφθονα και πολύ διαφορετικά. Συγκεκριμένα οι Έλληνες διαβάζουν ειδήσεις από 5,6 ενημερωτικές ιστοσελίδες την εβδομάδα κατά μέσο όρο, περισσότερες από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες[5]. Ενδεικτικά στη Βρετανία, ο μέσος χρήστης του διαδικτύου ενημερώνεται από 2,3 ιστοσελίδες την εβδομάδα. Ως αποτέλεσμα οι Έλληνες έχουν πιο πλουραλιστική ενημέρωση όμως ο κατακερματισμός της προσοχής τους σε πολλά μέσα ενημέρωσης ελλοχεύει τον κίνδυνο εγκλεισμού σε ιδεολογικά ομοιογενή σφαίρες όπου δεν έρχονται σε επαφή παρά με απόψεις συμβατές με τη δική τους κοσμοθεωρία.

Τέλος, ο ψηφιακός δημόσιος χώρος είναι αγωνιστικός διότι αντιτίθεται στη λογική της συναίνεσης που αποτελεί το ιδεώδες της κυρίαρχης αντίληψης. Για παράδειγμα τα τηλεοπτικά ΜΜΕ διαμορφώνουν και επιβάλλουν μια επίσημή εκδοχή της πραγματικότητας και του κοινού συμφέροντος κοινό («Είμαστε σε πόλεμο ενάντια στην επιδημία», «ενωμένοι θα νικήσουμε», «οι αρχές εργάζονται για το κοινό καλό» κλπ.). Όμως αυτή η επίσημη εκδοχή δεν αποτελεί φυσικό προϊόν μιας «αγοράς ιδεών» όπου σύμφωνα με τη φιλελεύθερη πολιτική φιλοσοφία διαμορφώνεται μια «δημοκρατική συναίνεση» μέσω διαλόγου και ανταλλαγής επιχειρημάτων, αλλά επιβάλλεται μέσω μηχανισμών εξουσίας και εξυπηρετεί τα κυρίαρχα συμφέροντα.

Αντίθετα το Διαδίκτυο αποτελεί ένα ανοιχτό πεδίο διαμάχης ιδεών όπου πολλοί και διαφορετικοί φορείς αντιπαρατίθενται προσπαθώντας να επιβάλουν την δική τους ερμηνεία για τα γεγονότα και τη σημασία τους με οποιοδήποτε μέσο έχουν στη διάθεση τους. Έτσι, πέρα της επίσημης εκδοχής της πραγματικότητας, σε αυτόν τον τεράστιο ψηφιακό δημόσιο χώρο βρίσκουμε φήμες, οργανωμένες προσπάθειες παραπληροφόρησης, πολιτική προπαγάνδα, διαφημιστικές εκστρατείες που εκμεταλλεύονται προσωπικά δεδομένα μαζικά, αλλά και απόψεις που αντιτίθενται στην καθεστηκυία τάξη ή στην υπεράσπιση μειονοτικών και καταπιεσμένων ομάδων. Η τρέχουσα κρίση του κορονωϊού δεν κάνει παρά να οξύνει τα παραπάνω χαρακτηριστικά.


[1] Νίκος Σμυρναίος, 2018, Το Ολιγοπώλιο του Διαδικτύου. Πώς Google, Apple, Facebook, Amazon και Microsoft πήραν τον έλεγχο της ψηφιακής μας ζωής, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, Αθήνα.

[2] https://www.nytimes.com/2020/03/23/technology/coronavirus-facebook-news.html

[3] https://www.opinion-way.com/fr/sondage-d-opinion/sondages-publies/opinionway-pour-le-cevipof-sowell-barometre-de-la-confiance-en-politique-vague-11-avril-2020/viewdocument/2272.html

[4] Pew Research, Cable TV and COVID-19: How Americans perceive the outbreak and view media coverage differ by main news source, 1 avril 2020.

[5] Reuters Institute Digital News Report, 2019

Leave a Reply

Your email address will not be published.