« Η μέρα που ο Σαρκοζύ αγόρασε τον Τύπο»

Οι γαλλικές εφημερίδες δέχονται τεράστια κρατική βοήθεια που υπολογίζεται στο 10% του τζίρου τους. Στις αρχές του 2009 ο Σαρκοζύ ανακοίνωσε επιπλέον ενίσχυση για τα ΜΜΕ 600 εκατομμυρίων ευρώ για τρία χρόνια. Για πρώτη φορά ένα κομμάτι αυτών των χρημάτων θα πάει σε ανεξάρτητους δημοσιογραφικούς ιστότοπους. Πρόσφατα το θέμα συζητήθηκε έντονα στην γαλλική μπλογκοσφαίρα.

Ο Frédéric Filloux, πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος και νυν παρατηρητής των γαλλικών ΜΜΕ, έγραψε ένα άρθρο τον Μάιο του 2009 με τίτλο « Η μέρα που ο Σαρκοζύ αγόρασε τον Τύπο». Αναφερόταν στην ανακοίνωση από τον Γάλλο πρόεδρο της νέας κρατικής ενίσχυσης προς τις εφημερίδες της χώρας.

Σύμφωνα με τον Filloux, το σκεπτικό του Σαρκοζύ είναι το εξής: ο τρόπος για να ελεγχθούν όσα ΜΜΕ δεν ανήκουν σε φίλα προσκείμενα επιχειρηματίες (Dassult, Bouygues, Bolloré, Lagardère, Weil) και δεν διοικούνται από διορισμένους δημοσιογράφους, όπως η δημόσια ραδιοτηλεόραση, είναι το χρήμα.

Η οικονομική αδυναμία των μεγαλύτερων γαλλικών εφημερίδων, που θα είχαν χρεοκοπήσει εδώ και καιρό χωρίς την κρατική βοήθεια, τις υποχρεώνει να αναζητούν την εύνοια της εξουσίας. Οι οικονομικές επιχορηγήσεις και η κρατική διαφήμιση είναι για τον Σαρκοζύ ο καλύτερος τρόπος για να μένει στο απυρόβλητο σε ότι αφορά την ουσία της πολιτικής του. Πρόκειται για μια πιο εκλεπτυσμένη μορφή του κάποτε παντοδύναμου « συστήματος Ρουσόπουλου ».

Τα τελευταία χρόνια, η πιο εμπεριστατωμένη κριτική της διακυβέρνησης Σαρκοζύ προέρχεται από το διαδίκτυο. Εξού και η μανία του Γάλλου προέδρου να επιβάλει κατασταλτικά μέτρα στο διαδίκτυο (εδώ κι εδώ).

Η μέθοδος όμως δεν έχει μόνο μαστίγιο αλλά και καρότο. Έτσι, για πρώτη φορά, οι ανεξάρτητοι δημοσιογραφικοί ιστότοποι θα λάβουν χρήματα από το κράτος : 20 εκατομμύρια ευρώ για τρία χρόνια.

Για παράδειγμα το Rue89 θα πάρει 249.000 ευρώ, το  Mediapart και το Slate.fr από 200.000 ευρώ. Ο πρώην δημοσιογράφος Daniel Schniedermann, ο οποίος απολύθηκε από την κρατική τηλεόραση όταν εκλέχτηκε ο Σαρκοζύ το 2007 δημιουργώντας τον ιστότοπο Arretsurimages, αρνήθηκε την επιδότηση.

Το πρόσφατο άρθρο του Xavier Ternisien στη Le Monde που αποκάλυψε τα ποσά, ξεσήκωσε θύελλα συζητήσεων μεταξύ ιστολόγων και δημοσιογράφων. Ο Narvic έγραψε για προδοσία έναντι ενός πινακίου φακής, αφού θεώρησε ότι έτσι οι δημοσιογραφικοί ιστότοποι θα απολέσουν την ανεξαρτησία τους.

Ο Thierry Crouzet αμφισβητεί τα κριτήρια της επιδότησης. Γιατί θα πρέπει να πάρουν κι άλλα λεφτά οι ιστότοποι εφημερίδων που ήδη επιχορηγούνται αδρά; Γιατί τα ποιοτικά ιστολόγια δεν αξίζουν να ενισχυθούν μόνο και μόνο γιατί δεν εργάζονται σε αυτά επαγγελματίες δημοσιογράφοι;

Άλλοι υποστηρίζουν ότι οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι στο διαδίκτυο δεν έχουν καταφέρει ούτε να ανανεώσουν την ενημέρωση ούτε να καινοτομήσουν.

Οι καινοτομίες στο χώρο της επιγραμμικής ενημέρωσης προέρχονται είτε από του διαδικτυακούς παίκτες όπως η Google, είτε από την δημοσιογραφία των πολιτών και τα ιστολόγια. Γιατί ο φορολογούμενος πρέπει να επιδοτήσει μια βιομηχανία που πεθαίνει αφού δεν προσαρμόστηκε στη δικτυακή πραγματικότητα;

Σχετικά, έχω αναφέρει την άποψη μου. Η ποιοτική ενημέρωση δεν είναι πλέον κερδοφόρα δραστηριότητα και δη στο διαδίκτυο. Η διαδικτυακή διαφήμιση δεν είναι δυνατόν, άλλα ούτε και ευκταίο, να χρηματοδοτήσει μια ποιοτική, κριτική δημοσιογραφία. Η οικονομική ενίσχυση μπορεί να βοηθήσει στη σταδιακή ανάδυση μιας τέτοιας δημοσιογραφίας στο διαδίκτυο.

Όμως πρέπει να είναι εντελώς ανεξάρτητη από κομματικές επιδιώξεις και να μην περιορίζεται στο  συμβολικό μονοπώλιο της επαγγελματικής δημοσιογραφίας αλλά να αφορά κάθε κοινωνική πρωτοβουλία σε αυτήν την κατεύθυνση. Στην προκειμένη περίπτωση οι δύο αυτές συνθήκες δεν υπάρχουν.

Leave a Reply

Your email address will not be published.